Ἱεροκλέους

Ἱεροκλέους
Ἱεροκλέης
masc gen sg (attic epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Μουσείο, Επιγραφικό (Αθηνών) — Καταλαμβάνει μέρος του κτιρίου του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου (βλ. λ.), αλλά διαθέτει ξεχωριστή είσοδο από την οδό Τοσίτσα 1. Η πλούσια συλλογή του, που περιλαμβάνει περίπου 14.000 επιγραφές, οι περισσότερες από την Αττική και άλλες από την… …   Dictionary of Greek

  • φιλόγελως — γέλωτος, ὁ, ἡ, και ως επίθ. φιλόγελως, ων, ΜΑ 1. αυτός που γελά εύκολα, ο επιρρεπής στο γέλιο 2. ως κύριο όν. Φιλόγελως τίτλος συλλογής αποτελούμενος από 265 ευτράπελα αποφθέγματα, χαρακτηρισμούς, ανέκδοτα και αστεία, η οποία, σύμφωνα με το λεξ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”